Με παρέμβασή του ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος σχολίασε την κατάσταση που επικρατεί στη χώρα λόγω της συνεχιζόμενης κρίσης.

«Είναι δύσκολα, αλλά δεν έχουμε και κάτι καλύτερο να κάνουμε. Το καλύτερο που είναι να κάνουμε να βάλουμε όλες μας τις πλάτες, ενωμένοι, να βοηθήσουμε και ο λαός δεν πρέπει να αγανακτεί, με ποια έννοια: Του δίνεται η δυνατότητα στο χέρι του να αποφασίσει. Δεν μπορεί να ψηφίζει τη μία ημέρα και την άλλη ημέρα να λέει ότι επαναστατώ. Εχει στα χέρια του όλη τη δύναμη. Ποιος άλλος θα του πει 'κάνε έτσι ή διαφορετικά;'. Δεν είναι υπεύθυνος ο λαός;» τόνισε ο κ. Ιερώνυμος μιλώντας στην πρωινή εκπομπή του Mega.

Και πρόσθεσε: «Επομένως πρέπει αυτά να τα σκεφτούμε καλύτερα και γενικότερα να σοβαρευτούμε και να δούμε τα πράγματα με την εικόνα που έρχονται, με την πραγματική διάσταση που έχουν, αλλά και με την σκέψη πως θα μπορέσουμε να ξεφύγουμε από αυτή την κατάσταση τη δύσκολη. Προσωπικά συνιστώ να μην μας πιάσει πανικός. Δυσκολίες περάσαμε πάρα πολλές φορές και κρίσιμες εποχές σε αυτόν τον τόπο. Λίγο αγώνα περισσότερο, μια προσπάθεια όλων μας, με υπομονή περισσότερη, πιστεύω ότι και τώρα θα ξεπεράσουμε τις δυσκολίες».
thetoc.gr

Η Ελλάδα εξακολουθεί να προσπαθεί να βγει από την οικονομική κρίση που προκάλεσε μεγάλα προβλήματα στη χώρα και δημιούργησε κίνδυνο εξόδου της από την ευρωζώνη.

Στο πλαίσιο των μέτρων για να συγκεντρώσει το κράτος περισσότερα χρήματα και να μειώσει το δημόσιο χρέος, από το 2009 και μετά αυξήθηκαν σημαντικά οι φόροι στα καύσιμα και ιδιαίτερα στη βενζίνη, με αποτέλεσμα οι τιμές ανά λίτρο να είναι σήμερα από τις υψηλότερες στην Ευρώπη.

Σε συνδυασμό με τη μείωση των αποδοχών λόγω κρίσης, η Ελλάδα βρέθηκε στη δεύτερη θέση της λίστας 60 χωρών του Bloomberg όπου οι κάτοικοι πληρώνουν το μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους για να γεμίσουν τα αυτοκίνητά τους με βενζίνη.

Με βάση τα στοιχεία του δεύτερου τριμήνου του 2015 οι Έλληνες πληρώνουν το 3,3 % του εισοδήματός τους για αμόλυβδη, ενώ στην πρώτη θέση βρίσκεται η Νότια Αφρική όπου το ποσοστό αυτό φτάνει το 4, 07%.

ΠΗΓΗ: ΤΑ ΝΕΑ

Με πίστη στη νίκη του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου μέλη και φίλοι του κόμματος συμμετείχαν στην συνάντηση που συγκάλεσε η Οργάνωση Μελών Κω το βράδυ της Τετάρτης 2 Σεπτεμβρίου με κύριο εισηγητή τον π. Βουλευτή Ηλία Καματερό.

Το σύνολο των παρισταμένων, μέσα από ανοιχτό και δημιουργικό διάλογο, δήλωσε την εμπιστοσύνη του στον Αλέξη Τσίπρα, την αποφασιστικότητα και τη συμμετοχή του στην εκλογική μάχη για να αλλάξει οριστικά σελίδα η πατρίδα μας σε όφελος του λαού μας.
Για να μην επιτρέψει ο ελληνικός λαός την παλινόρθωση του παλιού κατεστημένου που οδήγησε τη χώρα μας στην οικονομική καταστροφή και το λαό μας σε αδιέξοδο.
Ενάντια στη διαφθορά, τη διαπλοκή και τα μεγάλα άνομα συμφέροντα που απομυζούσαν τον κόπο του ελληνικού λαού.
Για τη δημοκρατική ριζοσπαστική ανασυγκρότηση του κράτους, τον τερματισμό της λιτότητας και των νεοφιλελεύθερων πολιτικών. Με κοινωνική δικαιοσύνη και προστασία για όλους όσοι πλήγηκαν από τα μνημόνια Σαμαρά και Βενιζέλου.
Σε αυτούς τους κρίσιμους καιρούς, με ψυχραιμία και αποφασιστικότητα, θα δώσουμε τη μάχη να ξαναστήσουμε όρθια την πατρίδα μας.

Γραφείο Τύπου Ο.Μ. ΣΥΡΙΖΑ Κω

Τον χάρτη των ενοικίων της επαγγελματικής στέγης επανασχεδιάζει τα τελευταία χρόνια η δικαιοσύνη, προχωρώντας σε… βαθιά «κουρέματα» λόγω της μεγάλης οικονομικής κρίσης και «ανακουφίζοντας» χιλιάδες ενοικιαστές που προσφεύγουν σωρηδόν στα δικαστήρια.

Με αλλεπάλληλες δικαστικές αποφάσεις κρίθηκε πλέον αμετάκλητα ότι στα συμβόλαια εμπορικών μισθώσεων, που καταρτίσθηκαν προ της κρίσης ή στο ξεκίνημά της (π.χ. το 2010, όταν δεν είχε ακόμα συνειδητοποιηθεί το μέγεθος της επερχόμενης καθίζησης) πρέπει να επιβληθούν δικαστικά μειώσεις, που συνήθως κυμαίνονται γύρω στο 20%, αλλά μπορεί να φθάσουν μέχρι και το 50%.

Το «κούρεμα» αυτό που έχει πλέον επικυρωθεί «και με τη βούλα» του Αρείου Πάγου, ενώ είναι αρχικά προσωρινό για 1-2 χρόνια (ανάλογα με τη διάρκεια ισχύος που του δίνει κάθε δικαστική απόφαση) γίνεται τελικά «μακράς διαρκείας» αφού η αρεοπαγιτική νομολογία επιτρέπει πλέον μόνο μικρές ετήσιες αυξήσεις για το μέλλον (σε ποσοστό 75% του Δείκτη Τιμών Καταναλωτή – ΔΤΚ) καταργώντας κάθε συμφωνία που έχει γίνει ιδιοκτητών – ενοικιαστών στο παρελθόν για μεγάλες αυξήσεις (π.χ. 10-15% ετησίως).
Η αρεοπαγιτική αυτή κρίση έχει προκαλέσει «έκρηξη» σχετικών αγωγών για μείωση ενοικίων επαγγελματικής στέγης, όταν οι δύο πλευρές δεν τα βρίσκουν στις κατ’ ιδίαν διαπραγματεύσεις, καθώς πολλοί ενοικιαστές σπεύδουν να αξιοποιήσουν την ευνοϊκή νομολογία σε διάφορα δικαστήρια της χώρας.

Ωστόσο, η δικαιοσύνη εμφανίζεται αρνητική απέναντι στο «κούρεμα» ενοικίων που συμφωνήθηκαν πιο πρόσφατα, μεσούσης της κρίσης, ενώ δηλαδή είχαν φανεί τα αποτελέσματά της στην αγορά και δεν μπορούσε πλέον να υποστηρίξει κανείς ότι αιφνιδιάστηκε από την απρόβλεπτη μεταβολή των οικονομικών συνθηκών. Ηδη εκδόθηκε η πρώτη σχετική απόφαση Πρωτοδικείου που λέει «όχι» στο «κούρεμα» ενοικίου καταστήματος που συμφωνήθηκε στα μέσα του 2013, αφού τότε δεν μπορούσε να γίνει επίκληση των αιφνίδιων και δραματικών αλλαγών που έφερε η οικονομική κρίση.

Αντίθετα, για τα παλαιότερα μισθωτικά συμβόλαια (που καταρτίστηκαν πριν από την κρίση και συνέχισαν να «τρέχουν» στη διάρκειά της ή όσα υπογράφηκαν κατά το πρώτο διάστημα, όταν δεν ήταν ακόμα ορατές οι αλυσιδωτές επιπτώσεις των μνημονιακών μέτρων) η νομολογία των δικαστηρίων εξακολουθεί να «ψαλιδίζει» σημαντικά τα ενοίκια σε εμπορικά καταστήματα, γραφεία, εστιατόρια, μπαρ, καφετέριες κλπ. σε όλη τη χώρα. Την ίδια στιγμή, η εμπειρία έχει καταδείξει ότι στις κατοικίες η μείωση ενοικίων έχει γίνει συνήθως μετά από σχετική συνεννόηση και συμφωνία μεταξύ των δύο πλευρών, χωρίς να χρειάζεται η διαδικασία προσφυγής στα δικαστήρια, όπως γίνεται στην περίπτωση της επαγγελματικής στέγης, όπου η μισθωτική σύμβαση έχει πολύ μεγαλύτερη διάρκεια.

Η ευνοϊκή για τους ενοικιαστές νομολογία των δικαστηρίων (που επικυρώθηκε και από τον ΑΠ) στηρίζεται στη διαπίστωση ότι η μεγάλη οικονομική κρίση με τα βαριά μέτρα που επιβλήθηκαν από το 2010 έχουν οδηγήσει σε ουσιώδη και απρόβλεπτη (κατά τον χρόνο σύναψης των μισθωτηρίων) μεταβολή των συνθηκών έτσι ώστε να επιβάλλεται η δικαστική μείωση των ενοικίων με βάση τις αρχές της καλής πίστης, της ευθύτητας και εντιμότητας των συναλλαγών. Δέχεται δηλαδή ότι αν γνώριζαν την επερχόμενη καθίζηση της αγοράς, δεν θα είχαν συμφωνήσει ένα τόσο υψηλό ενοίκιο, που οφείλει να μειωθεί για να αποκατασταθεί η ισορροπία που πρέπει να υπάρχει μεταξύ των δύο πλευρών, έτσι ώστε να μη διαταράσσεται από ένα υπέρμετρο για τον ενοικιαστή βάρος.

Τη στιγμή που η νομολογία λέει «ναι» στο «κούρεμα» των παλαιότερων υψηλών ενοικίων, ενώ βάζει ταυτόχρονα «φρένο» στη μείωση των νεότερων συμφωνημένων ενοικίων (στα μέσα της κρίσης), άγνωστο παραμένει ποια θα είναι η στάση της δικαιοσύνης απέναντι και στα μεταγενέστερα αυτά συμβόλαια, εφόσον συνεχιστεί η ύφεση και δεχθεί νέο πλήγμα η αγορά ακινήτων ή μειωθούν σημαντικά οι αντικειμενικές αξίες, κλπ.

Πάντως, αν υπάρξει στο μέλλον αιφνίδια ανάκαμψη της οικονομίας και της αγοράς ακινήτων σε κάποια περιοχή, ο ιδιοκτήτης θα μπορεί (με βάση την αντίστοιχη νομολογία) να ζητήσει δικαστικά την αύξηση του ενοικίου.

Η αρεοπαγιτική νομολογία δικαιολογεί τις δικαστικές μειώσεις των ενοικίων επαγγελματικής στέγης συγκαταλέγοντας στα έκτακτα, αιφνίδια και απρόβλεπτα γεγονότα (που δεν μπορούσε να περιμένει κάποιος κατά τη σύναψη των μισθωτικών συμβολαίων), τη μεγάλη οικονομική κρίση, την επιβολή από το 2010 αυστηρών δημοσιονομικών και φορολογικών μέτρων λιτότητας, που οδήγησαν σε περικοπή μισθών και συντάξεων, σε δραματική αύξηση της ανεργίας, «λουκέτα» σε πολλές επιχειρήσεις, μείωση της αγοραστικής δύναμης του πληθυσμού και της εμπορικής κίνησης καταστημάτων, έλλειψη ρευστότητας, αδυναμία δανειοδοτήσεων από το τραπεζικό σύστημα, μείωση του τζίρου και των κερδών, καθίζηση της αγοράς των ακινήτων (που παραμένουν «ξενοίκιαστα», με χαμηλή αγοραία και μισθωτική αξία).

Η δικαιοσύνη δέχθηκε μάλιστα σε αρκετές περιπτώσεις ως νόμιμη την αναδρομική μείωση του ενοικίου, όταν το Εφετείο επιβάλλει ακόμα μικρότερο ποσό σε σύγκριση με αυτό που καθόρισε η πρωτόδικη απόφαση.

Ετσι, η περικοπή του μισθώματος μπορεί να επιτευχθεί στην πράξη πολύ νωρίτερα για τον ενοικιαστή, δηλαδή από τότε που κοινοποίησε την αγωγή του στον ιδιοκτήτη.

Οι πρώτες δικαστικές αποφάσεις που άνοιξαν δειλά δειλά τον «χορό» των μειώσεων, ήλθαν από Πρωτοδικεία της Περιφέρειας (Βόλου, Μεσσηνίας κλπ.) αλλά και της Αθήνας το 2011.

Ακολούθησαν αντίστοιχες εφετειακές αποφάσεις, που είτε επιβεβαίωσαν τις πρώτες μειώσεις (ύψους 10-15%) είτε «κούρεψαν» ακόμα περισσότερο τα ενοίκια, σε σύγκριση με τις πρωτόδικες αποφάσεις.

Η νομολογία του ΑΠ επικύρωσε τώρα τις μειώσεις των ενοικίων, καταργώντας ταυτόχρονα τις ρήτρες των συμβολαίων για μεγάλες αυξήσεις στο μέλλον, βάζοντας ως «πλαφόν» το 75% του ΔΤΚ και επιτρέποντας τις αναδρομικές μειώσεις. Στις δικαστικές αποφάσεις γίνεται επίκληση παραδειγμάτων στις ίδιες περιοχές, με μείωση ενοικίων κατά 15-25% (σε Περιστέρι, Αιγάλεω, Παγκράτι, αλλά και σε Βόλο, Θεσσαλονίκη, Κέρκυρα κλπ.).

ΤΟ ΣΚΕΠΤΙΚΟ
Απορριπτική κρίση για σύμβαση του 2013
Στον αντίποδα των περιπτώσεων που περιγράφονται στη διπλανή στήλη βρίσκεται υπόθεση αγωγής που υπέβαλε επιχείρηση Internet-καφέ στην Αθήνα στο Πρωτοδικείο, ζητώντας τη δικαστική μείωση του ενοικίου, που συμφώνησε από την άνοιξη του 2013 σε σύμβαση που θα διαρκέσει μέχρι το 2025. Το συμφωνητικό πρόβλεπε ενοίκιο 1.500 € μηνιαίως και ετήσια αναπροσαρμογή σε ποσοστό 100% του ΔΤΚ (όπως καθορίζεται από τη Στατιστική Υπηρεσία).

Μολονότι την επόμενη χρονιά το νοίκι έμεινε το ίδιο, η επιχείρηση ζήτησε δικαστικά τη μείωση στα 1.000 ευρώ επικαλούμενη τη μεταβολή των οικονομικών συνθηκών της χώρας, τη μείωση της μισθωτικής αξίας γειτονικών ακινήτων, την πτώση του τζίρου λόγω της συνεχιζόμενης ύφεσης.

Ωστόσο το Πρωτοδικείο απέρριψε τη σχετική αίτηση ασφαλιστικών μέτρων για άμεσο «κούρεμα», κρίνοντας ότι δεν προσκομίστηκαν στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι υπήρξε πτώση του τζίρου που συνδέεται με την επικρατούσα οικονομική ύφεση.

Παράλληλα το δικαστήριο δέχθηκε ότι η κρίση που πλήττει τη χώρα την τελευταία 5ετία και η παρατεταμένη ύφεση, που έχουν περιορίσει την καταναλωτική κίνηση όλων των εμπορικών επιχειρήσεων, δεν μπορούν να θεωρηθούν στη συγκεκριμένη υπόθεση ως απρόβλεπτη μεταβολή συνθηκών. Κι αυτό γιατί η μίσθωση συμφωνήθηκε το 2013 διαρκούσης της οικονομικής κρίσης, ενώ το αντικείμενο της επιχείρησης (καφετέρια με Internet κλπ.) προσελκύει, λόγω του είδους της και του χαμηλού αντιτίμου των προϊόντων που προσφέρει, σταθερά μεγάλο αριθμό πελατών. Το δικαστήριο έλαβε επίσης υπόψη του το γεγονός ότι κοντά στεγάζεται και κρατική υπηρεσία με μεγάλο αριθμό εργαζομένων και προσερχόμενων πολιτών, καθώς και ότι παρόμοια ενοίκια έχουν συμφωνήσει και άλλες παρεμφερείς γειτονικές επιχειρήσεις, αντίστοιχων διαστάσεων.

ΟΙ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΕΥΝΟΪΚΏΝ ΑΠΟΦΑΣΕΩΝ
Από 11.500€ τον μήνα το μίσθωμα έπεσε σε 6.000€
Σε μια χαρακτηριστική περίπτωση, είχε συμφωνηθεί σε περιοχή της Αττικής, μερικά χιλιόμετρα έξω από τον Πειραιά, η ενοικίαση ισόγειου καταστήματος 335 τ.μ., πάνω σε πλατεία, από τις αρχές του 2005 μέχρι και το 2017, με μηνιαίο ενοίκιο 7.848 € που θα ανέβαινε κάθε χρόνο 6% (συν τέλη χαρτοσήμου 3,6%) για να λειτουργήσει ως καφετέρια-μπαρ, fast food-πιτσαρία. Το καλοκαίρι του 2011 το ενοίκιο είχε αυξηθεί κατά 42% φθάνοντας τα 11.132 € (11.533 με το χαρτόσημο), όταν η ενοικιάστρια επιχείρηση προσέφυγε στα δικαστήρια ζητώντας να εγκρίνουν σημαντική μείωση (στην οποία δεν συμφωνούσαν οι συνιδιοκτήτες), θεωρώντας την αναγκαία, καθώς ο κύκλος εργασιών, λόγω κρίσης, έπεσε κατακόρυφα, περιορίστηκε το προσωπικό ενώ άλλα καταστήματα τριγύρω έκλεισαν.

Ο ΑΠ συμφώνησε στον ισχυρισμό ότι για τη συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών η δαπάνη στην εστίαση χαρακτηρίζεται πλέον ως πολυτελής, ενώ διαπίστωσε από τα προσκομισθέντα στοιχεία ότι πράγματι υπήρξε πτωτική πορεία και στα ενοίκια των γύρω ακινήτων. Κάνοντας δεκτή την αγωγή των ενοικιαστών, έκρινε ότι δεν είναι επαρκής η μείωση του ενοικίου που αποφάσισε το Πρωτοδικείο Πειραιά σε 8.040 €, αλλά επικύρωσε την ακόμα μεγαλύτερη μείωση (και μάλιστα αναδρομικά από τον Οκτώβριο 2011) που έκρινε ως επιβεβλημένη το Εφετείο, στα 6.030 €.

Τα συμβόλαια
Ο ΑΠ δέχθηκε επίσης ότι δεν μπορούν να ληφθούν υπόψη ως ασφαλή και αξιόπιστα συγκριτικά στοιχεία, τα συμβόλαια για μισθωτήρια γειτονικών εμπορικών μισθώσεων που υπογράφηκαν αρκετά χρόνια πριν την κρίση, ούτε διάφορες αγγελίες για ενοικίαση που αναρτώνται στο Διαδίκτυο, καθώς αυτές δεν σημαίνουν ότι υπογράφηκε πράγματι και σχετική σύμβαση με αυτό το μηνιαίο μίσθωμα. Παράλληλα απέκρουσε ως αποδεικτικό στοιχείο τις φωτογραφίες άλλων καταστημάτων της περιοχής που παρουσιάζουν κίνηση, καθώς δεν αποδεικνύουν τον πραγματικό τζίρο, ενώ από τα προσκομισθέντα συμβόλαια αποδείχθηκε η πτωτική πορεία των ενοικίων σε όλα τα γειτονικά καταστήματα, με συνέπεια το ελεύθερα διαμορφούμενο ενοίκιο να θεωρείται πολύ κατώτερο του συμφωνηθέντος, που γι’ αυτό τον λόγο πρέπει να μειωθεί.

Σε άλλη περίπτωση, συμφωνήθηκε το 2008 η ενοικίαση αντίστοιχου καταστήματος 354 τ.μ. σε πόλη της Θεσσαλίας μέχρι το 2024 με μηνιαίο μίσθωμα 8.000 € (για εστιατόριο-καφέ-γλυκά) και ετήσια αύξηση σε ποσοστό μεγαλύτερο κατά 1% του ΔΤΚ. Σύντομα ο χώρος νοικιάστηκε σε άλλη εταιρεία ως fast food το 2009 με ενοίκιο 8.702 €, που μετά την έλευση της κρίσης από τα τέλη του χρόνου και την ύφεση στην αγορά, ήταν πλέον υπέρμετρα επαχθές για την ενοικιάστρια επιχείρηση.

Το Πρωτοδικείο, όπου προσέφυγε, μείωσε το ενοίκιο στα 7.140 € ενώ το Εφετείο προχώρησε σε μεγαλύτερη μείωση στα 6.720 €, κρίνοντας ωστόσο νόμιμο τον τρόπο που είχαν συμφωνήσει οι δύο πλευρές στο μισθωτήριο για την αναπροσαρμογή του ενοικίου.

Εδωσε «γραμμή»
Ομως, ο ΑΠ, ανατρέποντας την εφετειακή απόφαση, άνοιξε τον δρόμο για ακόμα μεγαλύτερη μείωση του ενοικίου, καθώς έκρινε ότι από τη στιγμή που υπήρξε απόφαση για δικαστική μείωση του ενοικίου, η περαιτέρω αναπροσαρμογή δεν μπορεί να γίνεται με βάση όσα συμφώνησαν οι δύο πλευρές στο μισθωτήριο αλλά μόνο σε ποσοστό 75% του ΔΤΚ. Και παρέπεμψε την υπόθεση πάλι στο Εφετείο Λάρισας για να «ψαλιδίσει» ακόμα περισσότερο το ενοίκιο, σύμφωνα με τον τρόπο αναπροσαρμογής που υπέδειξε ο ΑΠ ότι έπρεπε να εφαρμοστεί από τα τέλη του 2011.

Ο τρόπος αυτός αυτόματης αναπροσαρμογής στο 75% του ΔΤΚ εμποδίζει ουσιαστικά την επάνοδο «τρελών» αυξήσεων στα ενοίκια που κυριαρχούσαν μέχρι πριν κάποιο διάστημα στην αγορά και τα οποία μπορούν να «πέφτουν» μέσα από σχετικές αγωγές ενοικιαστών και τις συνακόλουθες δικαστικές αποφάσεις.

Ο ενοικιαστής επαγγελματικής στέγης βγαίνει έτσι διπλά κερδισμένος από τη μείωση και τη μελλοντική τιμαριθμοποιημένη αναπροσαρμογή, καθώς δεν θα χρειάζεται να προσφεύγει συνεχώς στα δικαστήρια για να αποδείξει ότι εξακολουθεί να υφίσταται μια υπέρμετρα δυσμενής κατάσταση για εκείνον.

Το πρόβλημα μετακυλίεται έτσι ουσιαστικά στον ιδιοκτήτη, αφού εκείνος θα πρέπει πλέον να προσφύγει δικαστικά για να διεκδικήσει αύξηση, αποδεικνύοντας ότι έχουν αλλάξει τα δεδομένα στην αγορά, σε σημείο που να επιβάλλεται αναπροσαρμογή υψηλότερη από το 75% του ΔΤΚ, που κρίθηκε από τον ΑΠ ως ένα ασφαλές κριτήριο για την ομαλοποίηση της αγοράς.

Σε άλλη υπόθεση, ο ΑΠ απέκρουσε τη συμφωνία αύξησης του ενοικίου κατά 10% ετησίως για επαγγελματική στέγη σε πόλη της Ηπείρου (εμπορικό κατάστημα) ανοίγοντας τον δρόμο για να γλιτώσουν οι ενοικιαστές ποσό 75.000 ευρώ περίπου που κατέβαλαν συνολικά με τις διογκωμένες αυξήσεις των τελευταίων ετών, σε περίοδο μεγάλης οικονομικής κρίσης, κατά παράβαση της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών.

Πηγή ΕΘΝΟΣ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΑΥΛΩΝΙΤΗΣ

Η Γερμανία, η οποία τηρεί σκληρή γραμμή έναντι της Αθήνας, έχει επωφεληθεί σημαντικά από την οικονομική και χρηματοοικονομική κρίση της Ελλάδας, τονίζει ένα γερμανικό ινστιτούτο οικονομικών μελετών σε έρευνά του η οποία δόθηκε στη δημοσιότητα σήμερα.

Σύμφωνα με υπολογισμούς του Ινστιτούτου Οικονομικής Έρευνας του Λάιμπνιτς (IWH), η Γερμανία έχει μπορέσει να πραγματοποιήσει εξοικονόμηση δημοσιονομικών πόρων ύψους περίπου 100 δισεκατομμυρίων ευρώ από την έναρξη της ελληνικής κρίσης το 2010, ήτοι πάνω από 3% του ΑΕΠ.

«Οι εξοικονομήσεις αυτές υπερβαίνουν το κόστος της κρίσης ακόμη και εάν η Ελλάδα δεν αποπληρώσει πλήρως το χρέος της» (σ.σ. στην ονομαστική του αξία), γράφουν οι οικονομολόγοι του Ινστιτούτου Λάιμπνιτς. «Η Γερμανία επομένως σε κάθε περίπτωση κέρδισε από την κρίση στην Ελλάδα», συνεχίζουν.

Οι ειδικοί του ινστιτούτου έκαναν υπολογισμούς βάσει ενός μοντέλου του τι θα συνέβαινε χωρίς την κρίση και με την κρίση για να υπολογίσουν πώς θα διακυμαίνονταν τα επιτόκια των γερμανικών ομολόγων και ποιες θα ήταν οι τοποθετήσεις τους, καταλήγοντας στο προφανές συμπέρασμα ότι η κρίση τους ώθησε να κάνουν τις κατά το δυνατόν πιο ασφαλείς τοποθετήσεις. «Κατά τη διάρκεια της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους, η Γερμανία κέρδισε εξαιτίας αυτού με δυσανάλογο τρόπο».

Επίσης το Ινστιτούτο προσπάθησε να εκτιμήσει ποιες θα ήταν οι επιπτώσεις μιας ουδέτερης πολιτικής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) για τη Γερμανία την ίδια περίοδο.

Με βάση τους υπολογισμούς του ινστιτούτου, κατά μέσον όρο τα επιτόκια δανεισμού της Γερμανίας από το 2010 μέχρι σήμερα θα ήταν «κατά 3% υψηλότερα από ό,τι στην πραγματικότητα», και αυτό το γεγονός σημαίνει ότι το Βερολίνο πραγματοποίησε «συνολική εξοικονόμηση δημοσιονομικών δαπανών τουλάχιστον 100 δισεκατομμυρίων ευρώ τα τελευταία τεσσεράμισι χρόνια».

Η έρευνα του Ινστιτούτου Λάιμπνιτς τονίζει ότι ήταν αλληλένδετα τα σημαντικά πολιτικά γεγονότα και οι συγκρούσεις κατά τη διάρκεια της κρίσης και η διακύμανση των επιτοκίων των γερμανικών κρατικών ομολόγων.

Το επιτόκιο των bunds, των γερμανικών δεκαετών ομολόγων που αποτελούν τα αξιόγραφα αναφοράς στην ευρωζώνη, έπεσε ραγδαία όταν οι αγορές μάθαιναν ειδήσεις σχετικά με την Ελλάδα που εκλάμβαναν ως αρνητικές, όπως η απόφαση του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να διεξαχθεί δημοψήφισμα για τις μεταρρυθμίσεις που ζητούν οι πιστωτές της χώρας. Παρομοίως, τα επιτόκια των γερμανικών ομολόγων ανέβαιναν όταν μεταδίδονταν θετικές ειδήσεις για την Ελλάδα.

Εξάλλου, η Γερμανία έχει εξασφαλίσει σημαντικές συμβάσεις στο πλαίσιο των ιδιωτικοποιήσεων που έχει κάνει η Αθήνα από το 2011 σε αντάλλαγμα για τον δανεισμό της από τους Ευρωπαίους. Η εταιρεία Fraport, η οποία συνδέεται με μια ελληνική εταιρεία (σ.σ. τη Slentel Ltd του ομίλου Κοπελούζου), απέσπασε τη σύμβαση για την αγορά 14 ελληνικών περιφερειακών αεροδρομίων, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων σε ιδιαίτερα δημοφιλείς τουριστικούς προορισμούς όπως η Κέρκυρα, έναντι περίπου 1,2 δισεκ. ευρώ.

Το Βερολίνο τηρεί έναν ιδιαίτερα σκληρό τόνο στην ελληνική κρίση, επιμένοντας συνεχώς για την εφαρμογή μέτρων λιτότητας παρά την ασφυξία που βιώνει η ελληνική οικονομία. Έχει κατηγορηθεί από ορισμένους οικονομολόγους και πολιτικούς ότι κατ' ουσίαν εξέδιδε διαταγές —diktats— στις πρόσφατες διαπραγματεύσεις ανάμεσα στην Ελλάδα και τους πιστωτές της στα μέσα Ιουλίου για το τρίτο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων.

Η γερμανίδα καγκελάριος Άγγελα Μέρκελ είχε δεσμευθεί στους Γερμανούς φορολογούμενους ότι τα προγράμματα στήριξης της ελληνικής οικονομίας δεν θα τους στοίχιζαν τίποτε.

Το Βερολίνο συνεχίζει να αντιτίθεται κάθετα στην απομείωση της ονομαστικής αξίας του ελληνικού χρέους, που οι περισσότεροι οικονομολόγοι και ορισμένοι διεθνείς χρηματοοικονομικοί οργανισμοί όπως το ΔΝΤ θεωρούν μη βιώσιμο (>170% του ΑΕΠ).

Ακόμη, το Ινστιτούτο Λάιμπνιτς σημειώνει στη μελέτη του πως και άλλες χώρες, ευρωπαϊκές και μη —όπως η Γαλλία, η Ολλανδία αλλά και οι ΗΠΑ— έχουν επίσης ωφεληθεί με τον ίδιο τρόπο από την κρίση, αν και σε μικρότερη κλίμακα.

ferriesingreece2

sportpanic03

 

 

eshopkos-foot kalymnosinfo-foot kalymnosinfo-foot nisyrosinfo-footer lerosinfo-footer mykonos-footer santorini-footer kosinfo-foot expo-foot