Μία πειραματική συσκευή η οποία θα καταγράφει την στάθμη της θάλασσας και θα προειδοποιεί για τσουνάμι, αναμένεται να εγκατασταθεί σε μία αρκετά σησμογενή θαλάσσια περιοχή, όπως ο Κορινθιακός.
Η συκευή έγκαιρης προειδοποίησης τσουνάμι δημιουργήθηκε στο Κοινό Ερευνητικό Κέντρο (JRC) της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η τοποθέτησή της στις ακτές του Δυτικού Κορινθιακού Κόλπου θα πραγματοποιηθεί σε συνεργασία με το Γεωδυναμικό Ινστιτούτο του Εθνικού Αστεροσκοπείου Αθηνών. Ηδη έχει τοποθετηθεί σε Ισπανία και Πορτογαλία και αναμένεται η εγκατάστασή του σε ακόμη 16 χώρες της ΕΕ.
Σύμφωνα με τις μέχρι τώρα ανακοινώσεις, η συσκευή Inexpensive Device for Sea Level Measurement (IDSL) μετρά τη στάθμη του νερού σε real time. Η μέτρηση θα γίνεται κάθε πέντε δευτερόλεπτα, τα στοιχεία θα μεταδίδονται στους κεντρικούς υπολογιστές του JRC και θα αναλύονται σε ειδική ιστοσελίδα.
Όπως είχε δηλώσει στο TheTOC.gr, σε ανατροπή των μέχρι τώρα συμπερασμάτων και υποθέσεων των αρχαιολόγων σχετικά με τον τύμβο Καστά και το πολυσυζητημένο μνημείο της Αμφίπολης προέβη ο διευθυντής Αρχαιολογικών Έργων της Εφορείας Παλαιοανθρωπολογίας -Σπηλαιολογίας και μέλος της Διεπιστημονικής Ομάδας της ανασκαφής στην Αμφίπολη, Ευάγγελος Καμπούρογλου. Η ανατροπή σημειώθηκε στην εισήγησή του στη διάρκεια του 28ου Αρχαιολογικού Συνάντηση για το Αρχαιολογικό Έργο στη Μακεδονία και τη Θράκη που έγινε το Σάββατο 7 Μαρτίου στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης.
«Τα ιζήματα του λόφου Καστά Αμφίπολης και η σχέση τους με το ταφικό μνημείο» ήταν ο τίτλος της ομιλίας του κ. Καμπούρογλου, ο οποίος ήταν από τους τελευταίους ομιλητές της Συνάντησης που ξεκίνησε την περασμένη Πέμπτη 5 Μαρτίου και ολοκληρώθηκε το Σάββατο 7 Μαρτίου.
Ο Λέων της Αμφίπολης δεν βρισκόταν τοποθετημένος στο λόφο Καστά
«Δεν προκύπτει από κανένα στοιχείο ότι ο Λέων της Αμφίπολης βρισκόταν τοποθετημένος πάνω στο λόφο Καστά», ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο κ. Καμπούρογλου αμφισβητώντας επί της ουσίας το συμπέρασμα στο οποίο είχαν καταλήξει και ανακοινώσει προ διετίας σχεδόν, η επικεφαλής της ανασκαφής Αικ. Περιστέρη και ο συνεργάτης της αρχιτέκτονας Μιχ. Λεφαντζής.
Στην πολυαναμενόμενη εισήγησή του ο κ. Καμπούρογλου, ο οποίος υπήρξε από τους πρώτους συνεργάτες της κ. Περιστέρη στην έναρξη των ερευνών του λόφου Καστά, υποστήριξε πως: «στο εσωτερικό του νεκρικού θαλάμου (όπου είχε εισέλθει πρώτος) εντόπισε πολλαπλές ανθρωπογενείς παρεμβάσεις καθώς και υπολείμματα καύσεων (δείγματά τους έχουν αποσταλεί σε αρμόδιο ινστιτούτο μελετών στη Μασαχουσέτη απ' όπου δεν έχει ληφθεί μέχρι στιγμής το αποτέλεσμα), ενώ στην οροφή του διαπιστώθηκαν μετακινήσεις εδαφών (πιθανότατα από σεισμό, όπως εκείνος του 597 μΧ, μεγέθους 6,7 Ρίχτερ με επίκεντρο γειτονική περιοχή -ο οποίος είχε ως επίπτωση ακόμα και την αλλαγή του ρου του Στρυμώνα).
Ο κ. Καμπούρογλου υποστήριξε:
Ο λόφος Καστά στην Αμφίπολη ήταν φυσικός, κι όχι τεχνητός.
Ο λόφος ήταν σχηματισμένος από ιζήματα χαλαζιακών άμμων και αργίλου και ψαμμίτη, υλικά που τον καθιστούν μειωμένης αντοχής και «ανίκανο» να φέρει επί αιώνες στην κορυφή του βάρος μεγαλύτερο των 500 τόνων (το βάθρο και το γλυπτό του Λέοντα ξεπερνούν συνολικά σε βάρος τους 1.500 τόνους).
Ο κιβωτιόσχημος τάφος που βρέθηκε στο εσωτερικό του λόφου Καστά είναι μεταγενέστερος (ή και προγενέστερος του λόφου), καθώς -σύμφωνα με τον κ. Καμπούρογλου- πρόκειται για ένα «ευτελές οικοδόμημα» που δεν θα μπορούσε να αποτελεί μέρος του συνόλου του μνημείου.
Μεταξύ των ομιλητών της Συνάντησης που μετείχε στις έρευνες στο λόφο Καστά ήταν επίσης ο καθηγητής στο Εργαστήριο Εφαρμοσμένης Γεωφυσικής του Τμήματος Φυσικής στο ΑΠΘ Γρηγόρης Τσόκας. Ο κ. Τσόκας αναφέρθηκε στα προβλήματα γεωφυσικής εξερεύνησης των τύμβων, καθώς στο βάθος των επιχώσεων και την κατασκευή του περιβόλου που δημιουργεί γεωφυσικές ανωμαλίες οι οποίες καθιστούν απαγορευτική τη δυνατότητα των απεικονίσεων.
Οι προβληματισμοί για τη «χρήση και τη δημόσια διαχείριση» της αρχαιολογίας με αφορμή την περίφημη ανασκαφή της Αμφίπολης δέσποσαν στη Συνάντηση που, παρ’ όλες τις προαναφερθείσες ανακοινώσεις, πραγματοποιήθηκε με απουσία επιστημονικών καταθέσεων γύρω από την Αμφίπολη.
ΠΗΓΗ: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Με το διεθνούς κύρους βραβείο "Marie Curie Award" τιμήθηκε ερευνητική ομάδα του Ινστιτούτου Πυρηνικών και Ραδιολογικών Επιστημών και Τεχνολογίας, Ενέργειας και Ασφάλειας του Εθνικού Κέντρου Έρευνας Φυσικών Επιστημών "Δημόκριτος".
Οι Θεοδοσία Μάινα-Νοκ και Μπέρτχολντ Νοκ βραβεύτηκαν για έρευνα τους στη μοριακή ραδιοφαρμακευτική με την απονομή να γίνεται στο πρόσφατο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Πυρηνικής Ιατρικής στη Λιόν της Γαλλίας. Το βραβείο απονεμήθηκε στην ομάδα για την πρωτότυπη ερευνητική εργασία της στον τομέα των πεπτιδικών ραδιοφαρμάκων (ή «ραδιοπεπτιδίων»), η οποία βρίσκει εφαρμογές στη διάγνωση και τη θεραπεία του καρκίνου.
Συγκεκριμένα, οι ερευνητές έδειξαν ότι, με τη ταυτόχρονη χορήγηση επιλεγμένου ενζυμικού αναστολέα και πεπτιδικού ραδιοφάρμακου, παράγωγου της γαστρίνης, μπορεί να επιτευχθεί η σταθεροποίηση του ραδιοφαρμάκου στην κυκλοφορία του αίματος και η εντυπωσιακή αύξηση πρόσληψης στις καρκινικές εστίες.
Η επιτυχία της νέας αυτής μεθόδου, όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση του «Δημόκριτου», έχει επιβεβαιωθεί προκλινικά σε μια πληθώρα ραδιοπεπτιδίων, με πιθανή εφαρμογή σε ένα ευρύ φάσμα ανθρώπινων καρκινωμάτων. Πρόκειται για μια μεθοδολογία που αναμένεται να αυξήσει σημαντικά τη διαγνωστική ευαισθησία και τη θεραπευτική αποτελεσματικότητα των πεπτιδικών ραδιοφαρμάκων.
Εκτός των δύο ερευνητών, στην ομάδα συμμετέχουν οι υποψήφιοι διδάκτορες: Αικατερίνη Καλούδη (Βιολόγος, MSci Imperial College, London, UK), Παντελεήμων Μαρσουβανίδης (Χημικός, ΜSci Παν/μιο Πατρών) και Εμμανουήλ Λυμπέρης (Χημικός, ΜSci ΑΠΘ). Τέλος, τονίζεται η συμβολή και γενναιόδωρη υποστήριξη των Καθηγητών Marion de Jong και Eric P. Krenning (Nuclear Medicine Department, Erasmus MC, Rotterdam, Netherlands) στην υλοποίηση της ερευνητικής αυτής προσπάθειας.
Το "Marie Curie Award" απονέμεται κάθε χρόνο από την Ευρωπαϊκή Ένωση Πυρηνικής Ιατρικής στην καλύτερη, από επιστημονικής απόψεως, ερευνητική εργασία που παρουσιάζεται στο ετήσιο συνέδριο της Ένωσης.
Πηγή: www.news247.gr