Στο Μεξικό, Sicario σημαίνει πληρωμένος δολοφόνος, εκτελεστής. Έχοντας στις βαλίτσες μια υπερεπιτυχημένη πρεμιέρα στο φεστιβάλ των Καννών, η νέα ταινία του Καναδού Denis Villeneuve είναι έτοιμη να εξαπολυθεί στις αίθουσες του κόσμου.
H Kate Macer είναι μια πράκτορας του FBI που τίθεται επικεφαλής μιας ειδικής ομάδας δράσης που αναλαμβάνει να ελέγξει τον κλιμακούμενο πόλεμο των καρτέλ ναρκωτικών στα σύνορα του Μεξικού με τις ΗΠΑ.
Το σενάριο του Sicario έχει γράψει ο άγνωστος ηθοποιός Taylor Sheridan, και στη πρώτη του απόπειρα κατάφερε να μπει στη blacklist του Hollywood. Στη σκηνοθεσία βρίσκουμε τον Denis Villeneuve των Prisoners και Incendies, και πρωταγωνιστούν οι Emily Blunt, Josh Brolin, Benicio Del Toro, Jon Bernthal, Jeffrey Donovan και Victor Garber.
Σύμφωνα με το artsandthecity.gr παρότι το κεντρικό στόρυ κατηγορήθηκε από κάποιους ως απλοϊκό, η ταινία μοιάζει έτοιμη να μας προσφέρει μια γερή δόση έντασης, δράσης αλλά και δυνατές ερμηνείες.
Δείτε το trailer…
«Δεν είχα πρόθεση να δυσαρεστήσω κανέναν» λέει ο Ασίφ Καπάντια ο σκηνοθέτης της ταινίας AMY για τη ζωή της Έιμι Γουάινχαουζ που έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στις Κάννες.
Ο Ασίφ Καπάντια, ο σκηνοθέτης της ταινίας "AMY" με θέμα τη ζωή της τραγουδίστριας Eιμι Γουάινχαουζ, η οποία έκανε παγκόσμια πρεμιέρα στο Κινηματογραφικό Φεστιβάλ των Καννών, δήλωσε ότι δεν είχε κακή πρόθεση έπειτα από τη σκληρή κριτική που άσκησε εναντίον της ταινίας ο πατέρας της πρόωρα χαμένης τραγουδίστριας.
Ο Μιτς Γουάινχαουζ δήλωσε ότι θέλει να αποστασιοποιηθεί από την ταινία και φέρεται να εξετάζει προσφυγή του στη δικαιοσύνη.
«Δεν είχα πρόθεση να δυσαρεστήσω κανέναν, απλά να παρουσιάσω τι συνέβαινε στη ζωή της. Υπήρχε μεγάλη αναστάτωση, πολλά πράγματα συνέβαιναν στη ζωή της και γι αυτό τα πράγματα κατέληξαν όπως κατέληξαν. Αυτή είναι η πραγματικότητα», δήλωσε ο σκηνοθέτης στους δημοσιογράφους.
Παραγωγός ταινίας: Υπήρξαμε αντικειμενικοί
Η διάσημη τραγουδίστρια, με τα έξι βραβεία Γκράμι, ήταν μόλις 27 ετών όταν την βρήκαν νεκρή στο διαμέρισμά της στο Κάμντεν του Λονδίνου τον Ιούλιο του 2011 έχοντας στο πλάι της δύο μπουκάλια βότκα. Αντιμετώπιζε χρόνια προβλήματα με το αλκοόλ και τα ναρκωτικά.
Ο παραγωγός της ταινίας Τζέιμς Γκέι-Ρις συμφώνησε ότι η κριτική που δέχτηκε η ταινία ήταν πολύ σκληρή: «Είναι πολύ σκληρό. Είναι η κόρη του και τελικά είναι δικαίωμά του να νιώθει έτσι για την ταινία, αλλά βασικά υπήρξαμε πολύ αντικειμενικοί. Μας ζητήθηκε να γυρίσουμε την ταινία. Ξεκινήσαμε από το μηδέν και πραγματοποιήσαμε μεγάλη έρευνα για κανα-δυό χρόνια κι αυτά είναι τα αποτελέσματα της έρευνάς μας, επομένως θεωρούμε ότι είναι ισορροπημένη», δήλωσε.
Από την πλευρά του, ο Καπάντια είπε ότι άξιζε στη βιογραφική ταινία "AMY" μία παγκόσμια πρεμιέρα στις Κάννες.
«Είναι πάντα το όνειρο κάποιου, όταν γυρίζει μία ταινία, το απόλυτο μέρος που θέλει να κάνει πρεμιέρα η ταινία του είναι οι Κάννες...», δήλωσε ο Καπάντια, ο οποίος έχει βραβευτεί με Bafta για το ντοκιμαντέρ του «Σένα», που αφορούσε τον βραζιλιάνο οδηγό της Φόρμουλα-1 Άιρτον Σένα.
Eν μέσω της εκλογικής ανόδου της Χρυσής Αυγής, ο σκηνοθέτης Νίκος Μαστοράκης ανεβάζει το αντιφασιστικό και βαθιά πολιτικό έργο του Κλάους Μαν και μιλάει για τη δραματική επικαιρότητά του και όχι μόνο
Στην κορύφωση του φασισμού στη Γερμανία, οι Ναζί ζήτησαν από τον διευθυντή του Θεάτρου του Αμβούργου να χωρίσει τη γυναίκα του γιατί ήταν Εβραία. Εκείνος δεν δέχθηκε, κλείστηκαν στο σπίτι, ήπιαν δηλητήριο και άνοιξαν το γκάζι για να σιγουρέψουν την αυτοχειρία τους.
«Θα πεθάνουμε και δεν θα έχουμε κάνει τίποτε» αναφωνεί εκείνος. «Σε κάποια χρόνια ίσως κάποιοι σκεφτούν πώς πεθάναμε, ίσως μας θυμηθούν για λίγο» λέει εκείνη. Η δραματική σκηνή είναι από το «Μεφίστο» του Κλάους Μαν. Και η επιλογή του σκηνοθέτη Νίκου Μαστοράκη να ανεβάσει το έργο σε διασκευή Αριάν Μνουσκίν στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά τέμνεται με τη δραματική επικαιρότητα της ανόδου του φασισμού στη χώρα μας.
«Μου το πρότειναν. Δέχθηκα με χαρά γιατί έχει να κάνει με το σήμερα. Θέτει ερωτήματα, είναι ένα πολιτικό έργο. Με απασχολεί τι συμβαίνει στον κόσμο και νιώθω πως έχουμε κρίση της πρακτικής του καπιταλισμού. Ενα από τα συμπτώματα είναι και ο φασισμός σε όλη την Ευρώπη. Πρόσφατα ξήλωσαν τον διευθυντή του Εθνικού Θεάτρου της Βουδαπέστης γιατί είναι ομοφυλόφιλος» σημειώνει στα «ΝΕΑ» ο Νίκος Μαστοράκης στο ρετιρέ της Πλατείας Αμερικής όπου διαμένει, με το «Ολα για τη μητέρα μου» του Αλμοδόβαρ πάνω στο τραπέζι και το «Φιλουμένα Μαρτουράνο» που ανεβάζει τον χειμώνα με την Ελένη Ράντου.
«Το 16% της Χρυσής Αυγής είναι πάρα πολύ, δεν είναι περιθώριο, είναι κυρίαρχο. Οι άνθρωποι που τους ψηφίζουν δεν είναι μόνο αμόρφωτοι. Συχνά είναι και κακοί. Το κακό είναι να επιβουλεύεσαι τον άλλο, να μη θέλεις την ανθρώπινη ύπαρξη. Και είμαστε κακοί όταν αφεθούμε στην εκδικητικότητά και στον θυμό μας. Μόνο ο πολιτισμός μάς έχει ηρεμήσει, τώρα όμως υποχωρεί και ο κόσμος έχει υποστεί πλύση κυρίως από το Ιντερνετ και τις ανεξέλεγκτες πληροφορίες και ομαδοποιήσεις που ευδοκιμούν σε αυτό».
Ο Νίκος Μαστοράκης δεν μασάει τα λόγια του για το φαινόμενο: «Τα κόμματα αυτά πρέπει να απαγορεύονται. Η Χρυσή Αυγή δεν είναι απλώς ένα κόμμα δεξιό ή ακροδεξιό, είναι εγκληματικό, είναι κτήνη».
Το «Μεφίστο» του πιάνει το θέμα μέσω μιας ομάδας ηθοποιών που μετασχηματίζονται στο φόντο της ανόδου του φασισμού στη μεσοπολεμική Γερμανία. Ο ίδιος έστειλε ένα μέιλ στην Μνουσκίν ότι θα ακολουθήσει τη διασκευή της - με μία διαφορά: «Αποκαλύπτω την ομοφυλοφιλία του πρωταγωνιστή, που είναι ο ηθοποιός Γκούσταβ Γκρίντγκενς, ο οποίος για να συνεχίσει την καριέρα του ξεπούλησε την ψυχή του στον ναζισμό. Ο ίδιος ο Κλάους Μαν ήθελε να το κάνει, αλλά του το απαγόρευσε ο εκδότης. Ο Μαν ήταν ο ίδιος ακτιβιστής ομοφυλόφιλος, αλλά όταν πήγε στον εκδότη του αυτός τρόμαξε. Είναι ενδιαφέρον πως και η Μνουσκίν όταν το ανέβασε (ιεραρχώντας την επενέργεια του φασισμού σε μια ομάδα και όχι απλώς στον πρωταγωνιστή, όπως είναι το αρχικό κείμενο) αποσιώπησε το γεγονός της σεξουαλικής ταυτότητας του ηθοποιού, ενώ αντίθετα αποτύπωνε την ομοφυλοφιλία της Ερίκα Μαν με την οποία αυτός είχε παντρευτεί. Σήμερα όμως, βλέποντας και την ομοφοβία σε Ρωσία κι αλλού ας πούμε, θεώρησα πως πρέπει να το αλλάξω» σημειώνει ο Μαστοράκης.
Δηλωμένος ομοφυλόφιλος ο ίδιος στην πιο δύσκολη εποχή του '70, έφαγε το κόστος των επιλογών του πριν να φτάσει στο σήμερα της σκηνοθετικής του δράσης. Ηταν τότε που εκδιώχθηκε από το Θέατρο Τέχνης γι' αυτό ακριβώς το θέμα: «Ο Κάρολος Κουν και οι πέριξ στο Θέατρο Τέχνης ήταν ομοφοβικοί. Δεν σου επιτρεπόταν να το δείξεις. Ο Τσαρούχης που το δήλωνε με διάφορους τρόπους έκανε έξαλλο τον Κουν. Το έχω ζήσει αυτό». Χαμογελά και χαϊδεύει τον γάτο του Μήτσο. Δεν μιλάει συχνά, αποδρά για μήνες στην Ασία («ιδιόρρυθμη ψυχανάλυση» το λέει) και σκέφτεται πολύ τώρα που αγγίζει τα εξήντα. Ενα είδος ασκητή που διαμένει στο κέντρο της πόλης, περιζήτητος, αν και δείχνει απόμακρος από το σινάφι του, παρά τα πολλά χρόνια ως ηθοποιός και σκηνοθέτης.
Εζησε δέκα χρόνια στη Βιέννη, συνέπραξε με τον Λευτέρη Βογιατζή, ταξίδεψε και έκανε τη θητεία του σε σκυλάδικα της «κάτω νύχτας» όπως ομολογεί (δεν χρησιμοποίησε τυχαία ψαγμένο λαϊκό τραγούδι πέρυσι στο έργο «Γύρος του θανάτου» στο ΚΒΘΕ πάνω στο ομώνυμο βιβλίο του Θωμά Κοροβίνη που αφορούσε την υπόθεση Παγκρατίδη). Αν πέρυσι δημιούργησε αίσθηση με την «Αγία Ιωάννα των Σφαγείων» του Μπρεχτ, φέτος επιμένει πολιτικά.
«Σήμερα γίνεται ελάχιστο πολιτικό θέατρο. Νομίζω ότι οι άνθρωποι που είναι στα πράγματα μπάφιασαν από την πολιτικοποίηση της Μεταπολίτευσης και του στρατευμένου θεάτρου και τo θεωρούν πασέ. Κι όμως δεν είναι καθόλου έτσι. Σήμερα στην Ευρώπη η τάση είναι όσο πιο γυμνά και πιο πολιτικά τα έργα».
Καυστικός, δεν αφήνει απ' τα βέλη του ευρύτερα θέματα: «Σε κανέναν φορέα πολιτισμού σήμερα δεν υπάρχει πολιτική κατεύθυνση. Φοβάται ο καθένας να μιλήσει εναντίον εκείνου που τον διόρισε. Εδώ έχουμε έναν υποτιθέμενο υπουργό Πολιτισμού που δεν έχει αρθρώσει λέξη περί τέχνης. Είναι σαν να ανοίξει κάποιος ένα μπακάλικο και να πουλάει όπλα ή ποντικοφάρμακα. Σαν να το κάνουν επίτηδες και βάζουν τον πιο άσχετο» συμπληρώνει.
Τώρα ετοιμάζεται να υποδεχθεί το κοινό για το «Μεφίστο». Μοιάζει ήρεμος. Βρίσκεται στην τελική ευθεία, μένουν λίγες ημέρες για το ανέβασμα της παράστασης. Απέναντι από το Δημοτικό Θέατρο του Πειραιά λειτουργούν γραφεία της Χρυσής Αυγής. «Δεν φοβάστε» τον ρωτώ. «Δεν φοβάμαι. Μήπως ξέρουν, μωρέ, οι φασίστες τι σημαίνει "Μεφίστο";».
Για το φετινό Φεστιβάλ Αθηνών
Ο Νίκος Μαστοράκης έχει τις αντιρρήσεις του και για το φετινό Φεστιβάλ Αθηνών: «Ο Γιώργος Λούκος είναι υπέροχος και καλός οργανωτής. Οταν του έδιναν λεφτά έκανε σημαντικά φεστιβάλ. Φέτος όμως επικρατεί το μότο "κάνε κι εσύ θέατρο, μπορείς". Το Φεστιβάλ πρέπει να είναι το έκτακτο που μέσα στη ροή σού δίνει το παραπάνω, ενώ τώρα θα δούμε ό,τι βλέπουμε όλο τον χρόνο σε σύνοψη. Θα έπρεπε να δοθούν περισσότερα λεφτά σε λιγότερους».
Πηγή: tanea.gr
Την ίδια στιγμή που στην Ελλάδα έδιναν και έπαιρναν οι εκτιμήσεις για τα εκλογικά αποτελέσματα, η Κρουαζέτ ασχολούνταν με μια άλλη όψη της χώρας. Αυτή που σκιαγραφεί η ταινία «Xenia» του Πάνου Χ. Κούτρα που διαγωνίστηκε στο τμήμα Un Certain Regard (Ενα Κάποιο Βλέμμα)
Θεσμοθετημένη το 1978 από τον Ζιλ Ζακόμπ, η ενότητα Ενα Κάποιο Βλέμμα ήρθε να ανανεώσει κάπως το στατικό σκηνικό της διοργάνωσης και σήμερα που το διαγωνιστικό «καταλαμβάνεται» από γνωστά και καθιερωμένα πλέον ονόματα (Τζεϊλάν, Λόουτς, Λι, Κρόνενμπεργκ, Εγκογιάν), το εν λόγω τμήμα - στο οποίο οι ταινίες διαγωνίζονται παράλληλα - υπάρχει για να θυμίζει και αυτό, με τον τρόπο του, τη μοναδικότητα των Καννών σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο Φεστιβάλ εκεί έξω. Α, και δεν ξεχνάμε πως το 2009 η ταινία του Un Certain Regard που απέσπασε το βραβείο (το οποίο συνοδεύεται και από 30.000 ευρώ) ήταν ο «Κυνόδοντας» του Γιώργου Λάνθιμου.
Τι συμβαίνει όμως στην ελληνογαλλικής παραγωγής «Xenia» που έχει γίνει θέμα στις Κάννες, όπως και ο (πολύφερνος εδώ, για τα ξένα μέσα ενημέρωσης) δημιουργός της Πάνος Χ. Κούτρας; Η αλήθεια είναι ότι όταν η γαλλική εφημερίδα «Λιμπερασιόν» αφιέρωνε ένα δισέλιδο στα γυρίσματα της ταινίας, εστιάζοντας κυρίως στο μεταναστευτικό ζήτημα (αναρωτιόταν εκεί ο δημοσιογράφος: «Εγινε αυτή η χώρα, αυτή η λαμπερή μήτρα της Ιστορίας μας, το εργαστήριο κατασκευής του σκοτεινού μέλλοντός μας;»), οι περισσότεροι από εμάς περιμέναμε, απ' ό,τι απεδείχθη, λανθασμένα, ένα δράμα κοινωνικού ρεαλισμού.
ΣΑΣΠΕΝΣ ΚΑΙ ΧΙΟΥΜΟΡ. Το «Xenia» όμως, είναι ένα αταξινόμητο φιλμ: οι επεμβάσεις «εκκαθάρισης» των ακροδεξιών (με την Αστυνομία να στέκει ως παρατηρητής, συλλαμβάνοντας μονάχα τους μετανάστες) έχουν νεύρο, ρεαλισμό και αυθεντικό σασπένς, το οδοιπορικό των δύο ηρώων φλερτάρει με το road movie, οι διάλογοι πολύ συχνά φανερώνουν ένα πηγαίο χιούμορ (τα γέλια δεν έλειψαν από τη γεμάτη αίθουσα) ενώ υπάρχουν και εδώ, όπως και στη «Στρέλλα» (την προηγούμενη ταινία του σκηνοθέτη που είχε διακριθεί στο Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βερολίνου), ονειρικές «μαχαιριές» που παραδόξως δένουν απόλυτα με τη δράση.
Δράση η οποία, με λίγα λόγια και απλά, περιστρέφεται γύρω από την περιπέτεια δύο νέων παιδιών, γεννημένων στην Ελλάδα, από αλβανίδα μητέρα και έλληνα (εξαφανισμένο) πατέρα, που φεύγουν για τη Θεσσαλονίκη κυνηγώντας ένα όνειρο. Και το όνειρο εδώ είναι μια συμμετοχή (και μία νίκη) στον διαγωνισμό «Greek Idol», άλλο ένα τάλεντ σόου προς ευκαιριακή κατανάλωση. Παράλληλα, τα δύο αγόρια αναζητούν τον αληθινό τους πατέρα ο οποίος έχει εξαφανίσει τα ίχνη του, έχει αλλάξει όνομα και ετοιμάζεται να κατέβει για δήμαρχος στη Θεσσαλονίκη με ακροδεξιό συνδυασμό - αν τον βρουν ίσως τους δώσει, διά της αναγνώρισης, την πολυπόθητη ελληνική ιθαγένεια.
Ο Κούτρας διογκώνει όλα τα στοιχεία που συντελούν τον σεναριακό μύθο και φρενάρει πάντα λίγο πριν αυτά αγγίξουν τη σχηματικότητα, οριοθετώντας το προσωπικό του ύφος που, από ταινία σε ταινία, δείχνει όλο και πιο «σίγουρο», όλο και πιο ευέλικτο. Οι ηθοποιοί του (Αγγελος Παπαδημητρίου, Κώστας Νικούλι, Γιάννης Στάνκογλου, Νίκος Γκέλια, Ρομάνα Λόμπατς) σωστά επιλεγμένοι. Και στο φινάλε, το θερμό (πραγματικά!) χειροκρότημα της αίθουσας ήταν αυτό ακριβώς που άξιζε σε ένα εν τέλει τρυφερό φιλμ.
GREEK PARTY. Προχθές, πάντως, έλαβε χώρα και το κοκτέιλ πάρτι του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου, που ακόμη αναζητά πρόεδρο μετά την παραίτηση του Τώνη Λυκουρέση. Διανομείς, δημοσιογράφοι, αιθουσάρχες και άλλοι, έδωσαν το «παρών», ερήμην θα έλεγε κανείς της ίδιας της ελληνικής κινηματογραφίας που προσπαθεί να διεκπεραιώσει τα όνειρά της όπως θέλει και καταλήγει να το κάνει όπως μπορεί.
Μπέρδεψε τα ουίσκι
Υπάρχουν βέβαια και οι σταρ που δεν εμφανίζονται σε κάποια ταινία αλλά κάνουν τη βόλτα τους από τις Κάννες. Ενας εξ αυτών ήταν και ο Εντουαρντ Νόρτον («Μαθήματα αμερικανικής ιστορίας», «Fight Club» κ.ά.) που ήρθε εδώ για να παρουσιάσει μια επετειακή εκδήλωση για το ουίσκι Chivas Regal. Το πρόβλημα είναι ότι ο πρωταγωνιστής είχε μάλλον κατεβάσει αρκετό προτού ανέβει στη σκηνή, από την οποία ευχαρίστησε το... Dewars για την πρόσκληση, και μάλιστα όχι μία αλλά δύο φορές!
Πηγή: tanea.gr
Δίπλα στον Πάνο Κούτρα στη χθεσινή επίσημη προβολή της ταινίας του «Xenia» στο 67ο Φεστιβάλ των Καννών, στο τμήμα «Ενα κάποιο βλέμμα», θα βρισκόταν η Πάτι Πράβο. Η εντυπωσιακή 66χρονη Ιταλίδα τραγουδίστρια ποπ σταρ (ποιος δεν έχει ακούσει το «La bambola»), η «θεά», όπως την αποκαλεί ο 16χρονος ήρωας της ταινίας, δεν μπόρεσε, όμως, τελικά, να παρευρεθεί στην πρεμιέρα. Η παρουσία της είναι ούτως ή άλλως ισχυρή στην «Xenia». Δεν είναι μόνο το ίνδαλμα του Ελληνοαλβανού 16χρονου Ντάνι, αλλά και του 18χρονου αδελφού του Οδυσσέα (που συμμετέχει σε ένα talent show με το «Tutt’al piu»)· δεν είναι μόνο η αγαπημένη τραγουδίστρια της Αλβανής μητέρας του, που έχει πεθάνει· είναι και η αναφορά σε μια εφηβεία που δύσκολα εγκαταλείπει κανείς παρά τη μελαγχολία ή τα τραύματα που τη συνοδεύουν.
Η Πάτι Πράβο εμφανίζεται, αναπάντεχα, σε μια σκηνή της ταινίας πίσω από τα φιμέ τζάμια ενός πολυτελούς αυτοκινήτου, για να χαμογελάσει στον εμβρόντητο Ντάνι. Ούτως ή άλλως είναι ένα αγόρι που ζει έντονα μέσα στο φαντασιακό του. Με ξανθιά φράντζα, γκέι, ένα κουνέλι μασκότ στην τσάντα, ένα γλειφιτζούρι διαρκώς στο στόμα και ένα κινητό στο χέρι διασχίζει την Ελλάδα από Νότο (Κρήτη) προς Βορρά (Θεσσαλονίκη) για να συναντήσει τον, άγνωστό του ουσιαστικά, πατέρα του, που τους εγκατέλειψε πριν από πολλά χρόνια. Μαζί και ο αδελφός του, που ζει στην Αθήνα, σε μια ταράτσα, ημιπαράνομος, δουλεύοντας σε ένα ταχυφαγείο.
Εχει δίκιο ο Π. Κούτρας όταν λέει ότι οι πρωταγωνιστές της ιστορίας του «θα μπορούσαν να είναι ήρωες ενός παραμυθιού, από αυτά που μιλούν για παιδιά που χάνονται στο δάσος αναζητώντας καταφύγιο ή που προσπαθούν να μεγαλώσουν μόνα σ’ ένα κόσμο εχθρικό και άδικο, όπου οι “μεγάλοι”, πριν τα εγκαταλείψουν, τα έχουν ήδη απαρνηθεί».
Το οδοιπορικό των δύο αδελφών είναι παράλληλα και ένα «φρέσκο» μιας πόλης (της Αθήνας) και μιας χώρας, που βιώνει το σοκ της βίαιης αλλαγής. Ο Πάνος Κούτρας της «Στρέλλας» επανέρχεται, ανασυνθέτοντας έναν κόσμο ακόμη πιο προσωπικό, στις παρυφές του ονείρου και της πραγματικότητας. Με συνεχείς ανατροπές και ατμόσφαιρα τρυφερή και την ίδια στιγμή απειλητική, δημιουργεί έναν παράδεισο συναισθημάτων, μουσικής και κίνησης μέσα σε μια κόλαση. Μια Αθήνα με τη Χρυσή Αυγή να προελαύνει στις γειτονιές των μεταναστών, ανθρώπους εγκλωβισμένους αλλά και αποφασισμένους να ζήσουν. Ο Π. Κούτρας κατορθώνει να κινηματογραφήσει συναισθήματα. Δύσκολες μεταβάσεις από ένα σύμπαν γκροτέσκο και ονειρικό (σαν την «Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων»), έφηβους που αρνούνται να μεγαλώσουν σε έναν τόπο που γεννάει μόνο αβεβαιότητα και φόβο.
Η προβολή της «Xenia» στις Κάννες ήταν θερμή. Η ελληνογαλλική παραγωγή χειροκροτήθηκε πολύ, άφησε μια επίγευση συγκίνησης και αισιοδοξίας.
Ο Ντάνι (Κώστας Νικούλι) και ο Οδυσσέας (Νίκος Γκέλια) είναι η πρώτη γενιά του 21ου αιώνα. Και ο Π. Κούτρας «ζει» ανάμεσά τους. Σε έναν διάλογο παράλληλο (το σενάριο συνυπογράφει με τον Π. Ευαγγελίδη), μια πραγματικότητα ψηφιακή και απόλυτα σωματική, εφιαλτική και αισθαντική, πολύχρωμη και σκοτεινή, γεμάτη αντιφάσεις και αντιθέσεις. Μια πραγματικότητα που εκρήγνυται με λαμπιόνια, κουνέλια γίγαντες και παραισθήσεις αλλά, πάνω απ’ όλα, απελευθερώνει την επιθυμία για την επόμενη μέρα.
Πηγή: kathimerini.gr